Η Ιερά Μονή Οσίου Λουκά του Στεριώτη, στο Στείρι Βοιωτίας, πανηγυρίζει στις 3 Μαΐου, ημέρα της ανακομιδής των Ιερών Λειψάνων του Οσίου Λουκά
Σταυρόν εκ νεότητος αναλαβόμενος,
πορείαν διήνυσας στενήν και επίπονον
όθεν αυλιζόμενος εις ευρύχωρον πλάτος
και Σωδόξης και βασιλείας του Θεού τήρος,
Λουκά θεομακάριστε υπέρ ημών αεί ικέτευε.
Ο ΟΣΙΟΣ ΛΟΥΚΑΣ (ο Στειριώτης)
Η καταγωγή των προπατόρων τού οσίου Λουκά ήταν από την Αίγινα. Εξ αίτιας όμως των επιδρομών των Σαρακηνών (865-870 μ.Χ.) αναγκάστηκαν μαζί με πολλούς άλλους να μετοικήσουν. Αυτοί έφθασαν στην Φωκίδα. Εδώ, στο χωριό Καστόριο (σημ. Καστρί) κοντά στους αρχαίους Δελφούς γεννήθηκε ό όσιος Λουκάς το 896 μ.Χ. από τούς γονείς του Στέφανο και Ευφροσύνη. Είναι ό Όσιος το τρίτο από τα επτά παιδιά της οικογένειας. Από μικρή ηλικία παρουσίασε έμφυτο και ζωηρό πόθο προς την μοναχική ζωή.
Προσεύχετο με θερμότητα, αγαπούσε πολύ την νηστεία. Απέφευγε τα εκλεκτά φαγητά. Ζούσε λιτά και ασκητικά. Έβοσκε τα πρόβατα του σπιτιού τους. Δούλευε στα χωράφια τους. Αγαπούσε πολύ τούς πτωχούς και πονεμένους. Γι' αυτό πολλές φορές τούς έδινε με πολλή χαρά όχι μόνο το λιτό του φαγητό αλλά και τα ρούχα του. Σε ηλικία 13 ετών μένει ορφανός από πατέρα. Ό πόθος του προς την μοναχική ζωή γίνεται ισχυρότερος. Εκείνες τις ημέρες συμπωματικά πέρασαν από το χωριό τους δύο μοναχοί πού πήγαιναν από τη Ρώμη προς τα Ιεροσόλυμα. Άκουσαν με προσοχή τον αγνό του πόθο. Παρά τις αρχικές επιφυλάξεις της μητέρας του τον οδήγησαν στην Αθήνα και τον παρέδωσαν στα χέρια ενός ευλαβούς ηγουμένου, Ίσως της Ιεράς Μονής Παντανάσσης στο Μοναστηράκι. Εδώ κείρεται μοναχός. Σύντομα όμως επιστρέφει στη γενέτειρα του. Για 7 χρόνια θα ασκηθεί στο όρος Ίωαννίτζη (σημ. Βαρδούσια) νότια της Δεσφίνας Φωκίδος. Ζει εδώ σε ένα μικρό Έλλη χωρίς ανέσεις. Έχει σκάψει μάλιστα και ένα λάκκο, για να τού θυμίζει τον θάνατο. Προσεύχεται θερμά και αδιάλειπτα στον παντοκράτορα Κύριο. Ενώνεται μαζί του. Ζει εμπειρίες δυνατές. Φωτίζεται ό νους του. Καθαίρεται ή ψυχή του από τα πάθη. Παράλληλα όμως καλλιεργεί και ένα μικρό κήπο. Ότι παράγει, το προσφέρει ελεημοσύνη. Αλλά και τον πνευματικό του πλούτο και αυτόν τον προσφέρει σε πλήθος ανθρώπων πού καταφθάνουν εκεί και ζητούν βοήθεια, λύσεις στα προβλήματα τους, φως στα αδιέξοδα, και έχουν δίψα για γνωριμία με τον Χριστό. Προς όλους αυτούς ό Όσιος γίνεται πνευματικός καθοδηγώ και σοφός σύμβουλος. Ασκεί αξιόλογη κοινωνική, ποιμαντική, φιλανθρωπική και ιεραποστολική δράσι. Όλοι τον σέβονται και τον αγαπούν. Ακόμη και τα άλογα ζώα και τα ερπετά τής γης. Ό Θεός έπροίκισε τον άγιό του και με χάρισμα θαυματουργίας και προφητείας. Το 917 λόγω τής απειλητικής επιδρομής των Βουλγάρων (την οποία μάλιστα προείδε και προφήτευσε) αναγκάζεται να εγκατάλειψη τον τόπο τής ασκήσεως του και να έλθει στην Κορινθία. Εκεί για 10 χρόνια στο Ζεμενό τού Ξυλοκάστρου ασκείται σε πολύ σκληρή μορφή υπακοής σε ενάρετο στυλίτη γέροντα, στον ευκτήριο οίκο του μάρτυρα Προκοπίου. Ό Όσιος εξαγνίζεται. Ό γέροντας του διδάσκεται και συγκινείται από το παράδειγμα τού νέου αυτού βιαστού τής Βασιλείας των ουρανών...
Προσεύχετο με θερμότητα, αγαπούσε πολύ την νηστεία. Απέφευγε τα εκλεκτά φαγητά. Ζούσε λιτά και ασκητικά. Έβοσκε τα πρόβατα του σπιτιού τους. Δούλευε στα χωράφια τους. Αγαπούσε πολύ τούς πτωχούς και πονεμένους. Γι' αυτό πολλές φορές τούς έδινε με πολλή χαρά όχι μόνο το λιτό του φαγητό αλλά και τα ρούχα του. Σε ηλικία 13 ετών μένει ορφανός από πατέρα. Ό πόθος του προς την μοναχική ζωή γίνεται ισχυρότερος. Εκείνες τις ημέρες συμπωματικά πέρασαν από το χωριό τους δύο μοναχοί πού πήγαιναν από τη Ρώμη προς τα Ιεροσόλυμα. Άκουσαν με προσοχή τον αγνό του πόθο. Παρά τις αρχικές επιφυλάξεις της μητέρας του τον οδήγησαν στην Αθήνα και τον παρέδωσαν στα χέρια ενός ευλαβούς ηγουμένου, Ίσως της Ιεράς Μονής Παντανάσσης στο Μοναστηράκι. Εδώ κείρεται μοναχός. Σύντομα όμως επιστρέφει στη γενέτειρα του. Για 7 χρόνια θα ασκηθεί στο όρος Ίωαννίτζη (σημ. Βαρδούσια) νότια της Δεσφίνας Φωκίδος. Ζει εδώ σε ένα μικρό Έλλη χωρίς ανέσεις. Έχει σκάψει μάλιστα και ένα λάκκο, για να τού θυμίζει τον θάνατο. Προσεύχεται θερμά και αδιάλειπτα στον παντοκράτορα Κύριο. Ενώνεται μαζί του. Ζει εμπειρίες δυνατές. Φωτίζεται ό νους του. Καθαίρεται ή ψυχή του από τα πάθη. Παράλληλα όμως καλλιεργεί και ένα μικρό κήπο. Ότι παράγει, το προσφέρει ελεημοσύνη. Αλλά και τον πνευματικό του πλούτο και αυτόν τον προσφέρει σε πλήθος ανθρώπων πού καταφθάνουν εκεί και ζητούν βοήθεια, λύσεις στα προβλήματα τους, φως στα αδιέξοδα, και έχουν δίψα για γνωριμία με τον Χριστό. Προς όλους αυτούς ό Όσιος γίνεται πνευματικός καθοδηγώ και σοφός σύμβουλος. Ασκεί αξιόλογη κοινωνική, ποιμαντική, φιλανθρωπική και ιεραποστολική δράσι. Όλοι τον σέβονται και τον αγαπούν. Ακόμη και τα άλογα ζώα και τα ερπετά τής γης. Ό Θεός έπροίκισε τον άγιό του και με χάρισμα θαυματουργίας και προφητείας. Το 917 λόγω τής απειλητικής επιδρομής των Βουλγάρων (την οποία μάλιστα προείδε και προφήτευσε) αναγκάζεται να εγκατάλειψη τον τόπο τής ασκήσεως του και να έλθει στην Κορινθία. Εκεί για 10 χρόνια στο Ζεμενό τού Ξυλοκάστρου ασκείται σε πολύ σκληρή μορφή υπακοής σε ενάρετο στυλίτη γέροντα, στον ευκτήριο οίκο του μάρτυρα Προκοπίου. Ό Όσιος εξαγνίζεται. Ό γέροντας του διδάσκεται και συγκινείται από το παράδειγμα τού νέου αυτού βιαστού τής Βασιλείας των ουρανών...
Όταν το 927 ό νέος τσάρος Βουλγαρίας Πέτρος υπέγραψε συνθήκη ειρήνης με τούς Βυζαντινούς και τα πράγματα ηρέμησαν, ό Όσιος επιστρέφει και πάλι στο αγαπητό του όρος Ίωαννίτζη. Εδώ για 12 χρόνια φωτίζει και πάλι με την πλούσια πνευματική του δράσι και τις ακαταπόνητες ιεραποστολικές προσπάθειες του για να σύνδεση με τον Χριστό τούς ανθρώπους. Ζει ταπεινά και απλά. Λέγεται ότι κάποτε τον επεσκέφθη ό αρχιεπίσκοπος Κορίνθου, ό όποιος βλέποντας την πτώχεια τού κελίου του θέλησε να τού προσφέρει χρήματα για τον άνακαινισμό του. Και ό Όσιος σεβαστικά τα αρνήθηκε λέγοντας ότι «έχω ανάγκην των προσευχών σας και των διδαχών σας και όχι των χρημάτων».
Καθώς τα χρόνια περνούν, ή φήμη τού ενάρετου και όσιου αυτού γέροντος απλώνεται παντού. Φοβήθηκε όμως ό άγιος τον εγωισμό του. Γι αυτό αποσύρεται σε πιο ήσυχο μέρος, στο λιμανάκι «Καζαμιών» κοντά στα Αντίκυρα τής Φωκίδος. Αλλά και από εκεί νέες επιδρομές των Ούγγρων τον οδήγησαν στη βραχονησίδα Άμπελών. Από εκεί ενίσχυε τούς θαλασσινούς, παρηγορούσε και γαλήνευε τις ταραγμένες ψυχές των ανθρώπων πού τον αναζητούσαν επίμονα.
Ύστερα όμως από επώδυνη ασθένεια πιέζεται από τούς μαθητάς του και επιστρέφει πάλι στην Φωκίδα το 946. Τού υποδεικνύουν το Στείριον όρος. Εδώ σε ήσυχο και μαγευτικό τόπο θα ζήση τα τελευταία επτά χρόνια τής ζωής του. Θα οργάνωση κοινόβιο αυστηρό. Θα συνέχιση να ακτινοβολεί με την αγάπη του και τα θαύματα του. Πολλοί ζητούν τη φιλία του, απλοί αλλά και επώνυμοι, όπως ό στρατηγός τού θέματος τής Ελλάδος Πόθος.
Θα δουν θαύματα στις οικογένειες τους από τις ολόθερμες προσευχές τού όσιου Λουκά. Και προς όλους θα αισθάνεται υποχρεωμένος να ξεχρεώνει καθημερινά το γραμμάτιο τής αγάπης και τής θυσίας.
Το βράδυ τής 7ης Φεβρουαρίου τού έτους 953 μ.Χ. ό όσιος Λουκάς σε ηλικία 56 ετών και μετά από ολιγοήμερη ασθένεια, αφού χαιρέτησε για τελευταία φορά τούς συνασκητές και μαθητές του και τούς παρακάλεσε να προσεύχονται γι' αυτόν, αναχώρησε για το ουράνιο ταξίδι, την Βασιλεία των ουρανών, πού τόσο έπόθησε και αγάπησε.
Παρά την κακοκαιρία των ήμερων εκείνων πλήθος λαού ευεργετημένου έτρεξε για να ασπασθεί και να κήδευση με ευγνωμοσύνη τον Όσιό του. Από τον τάφο του ανέβλυζε έλαιο αρωματικό και θεραπευτικό. Τον 11ο αιώνα ό ηγούμενος Φιλόθεος έκτισε επιβλητικό καθολικό. Και σήμερα ή Μονή τού οσίου Λουκά Βοιωτίας είναι ένα από τα λαμπρότερα βυζαντινά μνημεία τής πατρίδος μας με δύο περικαλλείς Ναούς, περίφημα ψηφιδωτά, προπαντός δε με τον θησαυρό τού ιερού σκηνώματος τού οσίου Λουκά τού Στειριώτου.
Ό όσιος Λουκάς ό νέος ό Στειριώτης μάς διδάσκει πώς μόνον όποιος αγαπά τον Θεόν «έξ όλης τής καρδίας και διανοίας και ισχύος» μπορεί να αγαπήσει αληθινά και σωστά τούς ανθρώπους. Διότι τότε τούς βλέπει όλους σαν παιδιά τού Θεού αγαπητά και αυτά. Στο πρόσωπο τους βλέπει τον Θεό. Και Αυτόν υπηρετεί και διακονεί. Αυτόν τον συνδυασμό ό όσιος Λουκάς άριστα συνεδύασε στη ζωή του. Ασκητισμός, θείος έρωτας και αγάπη προς όλους. Δίκαια το Απολυτίκιο του τον ονομάζει «όσιων καύχημα», «Στειρίου φωστήρα», «Ελλάδος κλέος». Ας έχουμε την ευχή του. Και ας βαδίζουμε στα ίχνη τού οριακού και ιεραποστολικού του βίου. (Από τον "ΣΩΤΗΡΑ")